Σκέψεις CultArt: Φύλλο Μηδέν - Ουμπέρτο Έκο
Ο Ουμπέρτο Έκο είναι ένας συγγραφέας που δεν χρειάζεται συστάσεις. Αιχμηρός, αιρετικός…καθηλωτικός, όπως και τα έργα του, τα οποία είναι πλούσια σε Ιστορία, Πολιτική, σημειολογία, θρησκευτικές αιρέσεις, διαψευσμένες συνωμοσίες και πολλά ακόμη.
Το «Φύλλο Μηδέν» έμελλε να είναι το τελευταίο του μυθιστόρημα στο οποίο καταπιάνεται με -ίσως- το σημαντικότερο θέμα για κάθε άνθρωπο, δηλαδή το πώς η «πραγματικότητα» που νομίζουμε πως είναι πραγματικότητα, είναι, τελικά, μια κατασκευή, η οποία έχει φτιαχτεί, καθώς αποτελεί το σημείο ισορροπίας μεταξύ των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων που σου επιτρέπουν τι να πεις και τι όχι, της κοινής γνώμης, η οποία θέλει να ακούσει κάτι που θα «πουλήσει», την υποκειμενικότητα του καθενός που αναλαμβάνει την ευθύνη να μεταφέρει ένα γεγονός, καθώς, επίσης, και τις ορέξεις του αρχισυντάκτη, του εκδότη και του κατόχου μιας οποιασδήποτε εφημερίδας, ενός οποιουδήποτε μέσου μαζικής ενημέρωσης, που, τελικά, ο μόνος σκοπός του είναι να μην ενημερώνει, αλλά να βγάζει κέρδος.
Δεν ξέρω αν κάτι τέτοιο συμβαίνει σήμερα στις εφημερίδες και τα ΜΜΕ, συμβαίνει, πάντως, όπου η «δημοσιογραφία» νοιάζεται περισσότερο για εκβιασμούς και όχι για ενημέρωση…όπου η «δημοσιογραφία» νοιάζεται περισσότερο για λασπολογίες και φθηνές ιστορίες και όχι για την πληροφόρηση. Για εφημερίδες και ΜΜΕ με τέτοιου είδους κίνητρα το «Φύλλο Μηδέν» αποτελεί το βέλτιστο εγχειρίδιο.
Η πλοκή του βιβλίου ξεκινά σχεδόν από το τέλος της ιστορίας, όταν ο βασικός χαρακτήρας, ο Κολόνα, ένας αποτυχημένος συγγραφέας όπως αυτοχαρακτηρίζεται, βρίσκεται στο σπίτι του και έχει υποψίες πως κάποιος το έχει διαρρήξει -οι λόγοι διάρρηξης είναι αδιευκρίνιστοι για την ώρα.
Ύστερα, η ιστορία ξεκινάει από την αρχή, αφετηρία της οποίας είναι η απόφαση ίδρυσης μιας εφημερίδας, ονόματι «Αύριο», ο ιδιοκτήτης της οποίας έχει σκοπό να μην την κυκλοφορήσει ποτέ. Ο μόνος σκοπός που τη δημιουργεί είναι κυρίως για να εκβιάσει ότι θα την κυκλοφορήσει. Πέραν, όμως, από τον Σιμέι, ο οποίος θα είναι ο διευθυντής της εφημερίδας και τον Κολόνα τον οποίο χρήζει ως υποδιευθυντή, κανείς από τους εργαζόμενους που προσλαμβάνονται δεν γνωρίζει πως ο πραγματικός σκοπός της εφημερίδας που θα ξεκινήσουν να προετοιμάζουν είναι το να μην κυκλοφορήσει.
Επίσης, ο Σιμέι, φερέφωνο του ιδιοκτήτη που θέλει την εφημερίδα για να εκβιάσει, αναθέτει στον Κολόνα να γράψει ένα βιβλίο, όπου εμμέσως πλην σαφώς, θα είναι τα απομνημονεύματα ενός δημοσιογράφου, όπου μέσα θα μπορεί να βρει κανείς όλα αυτά που δεν λέγονται για την σύσταση και λειτουργία μιας εφημερίδας.
Η ιστορία κυλά, κάπως ομαλά, καθώς οι δημοσιογράφοι που προσλαμβάνονται, όντας σε πλάνη, προσπαθούν να αναδειχθούν στη δουλειά τους για να πάρουν κάποιο «μπράβο» από τους ανωτέρους τους. Ο Κολόνα αρχίζει να έχει κάποιες περισσότερες σχέσεις με δύο από αυτούς, τον Μπραγκαντότσο και τη Μάια.
Με τον Μπραγκαντότσο ο Κολόνα κάνει κάποιες πολύ περίεργες συζητήσεις, τόσο περίεργες, όπου ο Κολόνα θεωρεί πως είναι παρανοϊκός. Με την Μάια από την άλλη αναπτύσσεται μια χλιαρή ερωτική ιστορία, όπου ο Κολόνα βρίσκει το, ενδεχομένως, εφήμερο καταφύγιό του -κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Οι αλλόκοτες συζητήσεις με τον Μπραγκαντότσο εντείνονται, όταν αρχίζει να του εξιστορεί για ένα θέμα που σκέφτεται να δημοσιοποιήσει. Ο Μπραγκαντότσο ενημερώνει τον Κολόνα πως διεξάγει έρευνα που θα αποδείξει πως στις 28 Απριλίου του 1945 στη βόρεια Ιταλία δεν πέθανε ο πραγματικός Μουσολίνι, αλλά αντίθετα μέσα από μυστικές συνεννοήσεις κατάφερε να διαφύγει με τη βοήθεια του Βατικανό για την Αργεντινή. Για τον Κολόνα η ιστορία αυτή δεν είναι τίποτα άλλο από μια ακόμη ιστορία συνωμοσίας όπου ο Μπραγκαντότσο έχει πέσει θύμα της. Μέχρι που η δολοφονία του Μπραγκαντότσο -κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες για τον αναγνώστη, αλλά όχι απαραίτητα και για τον βασικό χαρακτήρα- κάνει την ιστορία συνωμοσίας πιο πιστευτή από ποτέ. Γιατί, τελικά, δολοφονήθηκε ο Μπραγκαντότσο; Πόση αλήθεια εμπεριείχε η ιστορία του; Και αν είναι, τελικά, αλήθεια πως στα ανεμοσκορπίσματα του φασισμού και του ναζισμού οικοδομήθηκε μεταπολεμικά το «Αμερικανικό Όνειρο»;
Και αν όλα αυτά ισχύουν, πώς τελικά συνδέεται η δολοφονία του ψευτο-Μουσολίνι, (και) η διάσωση του αληθινού Μουσολίνι με την πραγματική δολοφονία του Μόρο, μετέπειτα πρωθυπουργού της Ιταλίας, από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες; Και αν δεν ήταν οι Ερυθρές Ταξιαρχίες και ήταν το ΝΑΤΟ; Αυτά είναι υποθέσεις που γίνονται στο σύμπαν του βιβλίου: «Φύλλο Μηδέν» και δεν έχει από το να μας απασχολήσει και να μας προβληματίσει βαθιά για το πώς τελικά κατασκευάζεται η πραγματικότητα.
Είναι η πραγματικότητα κατασκεύασμα; Είναι τα «γεγονότα» επίπλαστα; Είναι, τελικά, ό,τι έχουμε πιστέψει ένα συνονθύλευμα αυθαιρεσιών που απλά κανονικοποιήθηκε μέσα από την μαζικοποίηση της ενημέρωσης; Πόσο ενημερωμένοι είμαστε σήμερα; Έχουμε πράγματι πολλές πηγές ενημέρωσης ή όλα είναι μια ψευδαίσθηση; Είμαστε τελικά ελεύθεροι σαν πολίτες ή η «ελευθερία» μας καθορίζεται από τον τρόπο που μας έχουν κάνει να ενεργούμε και να πιστεύουμε σε αυτήν με σκοπό να μας αρκεί, τελικά, η ψευδαίσθηση της ελευθερίας, η ψευδαίσθηση της ενημέρωσης, η ψευδαίσθηση της πραγματικότητας, η ψευδαίσθηση της ζωής;
Αυτά είναι τα ερωτήματα που θέτει ο Ουμπέρτο Έκο σε ένα ακόμη καθηλωτικό του μυθιστόρημα που σε προβληματίζει βαθιά για το ποια ζωή τελικά έχουμε σε σχέση με αυτήν που νομίζουμε ότι έχουμε. Ίσως έχει έρθει η ώρα όπου πρέπει να αρχίσουμε να αμφισβητούμε τα πάντα, γύρω μας και μέσα μας.
Ίσως έχει έρθει η ώρα να σταματήσουμε μέσω της σιωπηλής αποδοχής και της μη αντίδρασης να γινόμαστε συνένοχοι στη δημιουργία μιας ζωής γεμάτη ψευδαισθήσεις, μιας ζωής που είμαστε μόνιμα σε πλάνη, πλήρως διαχειρίσιμοι και μόνιμα ελέγξιμοι.
«Οι εφημερίδες διδάσκουν στον κόσμο πώς πρέπει να σκέφτεται […]. Ο κόσμος στην αρχή δεν ξέρει τι τάσεις έχει, μετά του λέμε εμείς και συνειδητοποιεί ότι όντως τις έχει».
Επιμέλεια κειμένου: Βάσω Τσακάλου