Σκέψεις CultArt: Μύησις Ταξιδευτού - Γουίλιαμ Γκόλντινγκ

Είναι δυνατόν κάποιος άνθρωπος να πεθάνει από ντροπή; Αυτή είναι η πρώτη σκέψη που έρχεται στον αναγνώστη που μόλις έχει τελειώσει το εξαιρετικό «Μύησις Ταξιδευτού» του βραβευμένου με Νόμπελ, Γουίλιαμ Γκόλντινγκ.
Το «Μύησις Ταξιδευτού» αποτελεί το πρώτο μέρος της τριλογίας: «Ως τα πέρατα του κόσμου» και από την πρώτη στιγμή η γλώσσα και η ροή της πλοκής μαγνητίζουν τον αναγνώστη προσφέροντας μια πολύ ευχάριστη αναγνωστική εμπειρία.
Ο συγγραφέας χειρίζεται τόσο καλά τη γλώσσα που νιώθεις μαζί με τους χαρακτήρες του βιβλίου τα συναισθήματά τους…ζεις μαζί με τους χαρακτήρες του βιβλίου αυτό το ταξίδι που ξεκινά από τη Βρετανία και έχει προορισμό την Αυστραλία στο τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων.
Η ιστορία είναι φαινομενικά απλή: Ο Έντμουντ Τάλμποτ, ο βασικός πρωταγωνιστής και ταυτόχρονα αφηγητής της ιστορίας, γράφει ένα ημερολόγιο στον θείο του -αριστοκρατικής καταγωγής και οι δύο- εξιστορώντας του το ταξίδι του αυτό πάνω στο πλοίο. Σύντομα, όμως, η ιστορία θα πάρει μια άγρια ομορφιά, διότι από εκεί που ο Έντμουντ ξεκινά απλά να περιγράφει καθημερινά περιστατικά στο ημερολόγιο, για να διασκεδάσει τον θείο του, καταλήγει να εξιστορεί το χρονικό ενός απρόσμενου θανάτου.
Το πλαίσιο της ιστορίας είναι το πλοίο, το οποίο αποτελεί μια μικρογραφία της Βρετανικής κοινωνίας του 19ου αιώνα, καθώς πάνω στο πλοίο υπάρχει κάθε λογής άνθρωπος. Ακόμα και οι κοινωνικές τάξεις περιγράφονται ανάγλυφα στο περιβάλλον του πλοίου.
Τον Έντμουντ Τάλμποτ πλαισιώνουν ο καπετάνιος Άντερσον, που είναι για το πλοίο ό,τι είναι ο Πρόεδρος ή ο Πρωθυπουργός για ένα κράτος, ο εφημέριος κύριος Κόλεϋ, ένας νεαρός κληρικός που έχει την ατυχία να βρεθεί σε ένα πλοίο με έναν καπετάνιο που μισεί ό,τι έχει σχέση με την εκκλησία, ένας μέθυσος ζωγράφος ονόματι Μπρόκλμπανκ, καθώς επίσης και ο αντιπλοίαρχος Σάμερς –ίσως ο πιο φυσιολογικός χαρακτήρας- που έχει έναν ρυθμιστικό ρόλο στην ιστορία. Από την πλοκή δεν λείπουν και οι γυναίκες, ωστόσο ο ρόλος τους φαίνεται να είναι δευτερευούσης σημασίας -δείγμα που κάνει ακόμα πιο πιστή την αποτύπωση της Βρετανικής κοινωνίας στις αρχές του 19ου αιώνα.
Ο αφηγητής δεν μπαίνει στη διαδικασία να κάνει κανένα σχόλιο για το έντονο κοινωνικο-πολιτικό γίγνεσθαι της εποχής, γεγονός που δείχνει ακόμη πιο έντονα πως το ταξίδι αυτό μέσα στο πλοίο με κατεύθυνση την Αυστραλία είναι ένα ταξίδι ενδοσκόπησης και προσέγγισης του βαθύτερού μας εαυτού…ένα ταξίδι αυτογνωσίας.
Στο πλοίο αυτό ο αναγνώστης θα συναντήσει πολλών ειδών χαρακτήρες και συμπεριφορές. Ο Έντμουντ, αν και ώρες-ώρες έχει αψυχολόγητη συμπεριφορά, η οποία παίζει και αυτή τον ρόλο της στον απροσδόκητο θάνατο που λαμβάνει χώρα στο πλοίο, είναι ένας χαρακτήρας που μάλλον σε κάνει να τον συμπαθήσεις.
Στην αρχή όλα κυλάνε ήρεμα, όμως, κάποια στιγμή ο εφημέριος αρχίζει να έχει μια πολύ περίεργη συμπεριφορά και από εκεί που δεν είχε πιει ποτέ του αλκοόλ καταλήγει να αρρωσταίνει από το πολύ ποτό. Ο Σάμερς προσεγγίζει τον Έντμουντ, καθώς ανησυχεί για την υγεία του εφημέριου, προτείνοντάς του να τον προσεγγίσει μπας και συνέλθει από την αρρώστια του αυτή. Αφού η προσέγγιση του Έντμουντ αποτυγχάνει, τότε προσπαθεί να κάνει τον καπετάνιο να προσεγγίσει τον εφημέριο, ο οποίος όμως -δεδομένου του μίσους του προς την εκκλησία- αρνείται κατηγορηματικά. Ο Έντμουντ αρχίζει να έχει τύψεις πως τόσο η δική του συμπεριφορά -αδιαφορία- όσο και του καπετάνιου -εχθρότητα- είναι αυτή που έχει οδηγήσει τον εφημέριο σε αυτήν την κατάσταση. Στο μεταξύ ο Έντμουντ, αφού έχει απειλήσει με κομψότητα τον καπετάνιο πως κρατά ημερολόγιο και άρα πρέπει να προσέχει το πώς συμπεριφέρεται στο πλοίο, διότι θα μάθει τα πάντα ο θείος του μέσα από το ημερολόγιο, μπαίνει κρυφά στο δωμάτιο του εφημέριου, ο οποίος δεν έχει επαφή με το περιβάλλον και παίρνει τα χαρτιά που κρατούσε το ημερολόγιό του.
Στο ημερολόγιο αυτό ο εφημέριος αποκαλύπτει τη συμπάθειά του στο πρόσωπο του Έντμουντ, ο οποίος ακόμα και όταν αδιαφορεί για τον εφημέριο του βρίσκει ελαφρυντικά -γεγονός που μειώνει τις τύψεις του Έντμουντ. Όμως, μέσα στις σελίδες του ημερολογίου γίνεται λόγος για την παντελή έλλειψη σεβασμού που δέχεται ο εφημέριος από τον καπετάνιο αλλά και μεγάλη μερίδα του υπόλοιπου πληρώματος -ορισμένες φορές φτάνει μέχρι και σε εξευτελισμό ή και χειροδικία του καπετάνιου απέναντί του- γεγονός που οδήγησε στη σταδιακή ψυχολογική κατάρρευση του εφημέριου.
Αφού ο Έντμουντ έχει διαβάσει το ημερολόγιο του εφημέριου και έχει αποφασίσει να το δώσει μαζί με το δικό του ημερολόγιο στον θείο του, δέχεται πρόσκληση από τον καπετάνιο, ο οποίος για τα μάτια του κόσμου θέλει να βρει λύση για την κατάσταση του εφημέριου και τον καλεί μαζί με τον Σάμερς σε ένα τραπέζι.
Στο τραπέζι αυτό ίσως να λαμβάνει χώρα η πιο απολαυστική στιγμή του βιβλίου, όταν στην αίθουσα εισέρχεται ο Μπρόκλμπανκ. Στο σημείο αυτό ξετυλίγεται με μεγάλη ενάργεια η δεινότητα του συγγραφέα στον χειρισμό της γλώσσας που οδηγεί τον αναγνώστη σε μια παρατεταμένη κατάσταση έντονου γέλιου -τρομερή επιτυχία του συγγραφέα.
Ενώ το τραπέζι, όμως, φτάνει στο τέλος του ενημερώνονται πως ο εφημέριος άφησε την τελευταία του πνοή. Ο Έντμουντ διαβάζοντας και το ημερολόγιο του εφημέριου γνωρίζει -χωρίς να λέει σε κανέναν- πως πέρα από τα όσα έχει κάνει ο καπετάνιος υπάρχει και ένα ομοφυλοφιλικό γεγονός όπου ο εφημέριος ήταν συμμέτοχος και ήταν αυτό που έπαιξε, επίσης, ρόλο για την επιδείνωση της κατάστασής του. Ο εφημέριος ντρεπόταν για ό,τι είχε κάνει σε τέτοιο σημείο που η ηθική της καθολικής εκκλησίας τον οδήγησε μέσω των τύψεων στον θάνατο. Αν κάτι σοκάρει τον αναγνώστη είναι ο εγκλωβισμός και η καταπίεση που έχει δεχθεί σωρευτικά η ψυχή του εφημέριου σε όλη του τη ζωή -και σίγουρα δεν είναι ο μόνος.
Ο καπετάνιος τρέχει όλες τις διαδικασίες της κηδείας, για να μη δώσει δικαιώματα στον Έντμουντ να τον κακολογήσει στο ημερολόγιό του.
Το βιβλίο τελειώνει ενώ το πλοίο βρίσκεται περίπου στα μισά του ταξιδιού -γεγονός που υποδηλώνει πως υπάρχει συνέχεια στην ιστορία του Έντμουντ- και επί της ουσίας αρχίζει για πρώτη φορά να συνδέει όλα τα στοιχεία που οδήγησαν στον θάνατο του εφημέριου κρατώντας τη φράση που έχει γράψει ο ίδιος ο εφημέριος στο ημερολόγιό του: «Ο άνθρωπος ατιμάζεται από όσα κάνει ο ίδιος, όχι από όσα του κάνουν οι άλλοι» δείχνοντας εμμέσως πλην σαφώς τη διαδρομή που ακολούθησε από τον ασκητισμό στον ηδονισμό και μπορεί κανείς να αντιληφθεί πως μια πουριτανική ηθική, όπως αυτή της Εκκλησίας, μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους στον θάνατο. Τελικά, ναι! Μπορεί ο άνθρωπος να πεθάνει από ντροπή, αν ετεροκαθορίζεται από κατασκευασμένες ηθικές που μόνο σκοπό έχουν την καταπίεση της ζωής και τη συντήρηση της εξουσίας που δημιουργεί τις ηθικές αυτές.
Όσο για τον Έντμουντ και για κάθε Έντμουντ, το ταξίδι για Αυστραλία ή μάλλον η αναζήτηση της αυτογνωσίας συνεχίζεται μέχρι να έρθει το τέλος…
Επιμέλεια κειμένου: Βάσω Τσακάλου