Σκέψεις CultArt: Κατά Φαντασίαν Ασθενής

Μπορεί ένα έργο που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1673 να μιλάει με τόση ακρίβεια για τη σημερινή εποχή; Βεβαίως και μπορεί, αν το έργο αφορά σε ζητήματα οικουμενικά και διαχρονικά, ζητήματα τα οποία δεν αναγνωρίζουν σύνορα. Ένα τέτοιο έργο είναι ο «Κατά Φαντασίαν Ασθενής» του Μολιέρου.
Στο έργο αυτό θίγονται ζητήματα που αφορούν στο πόσο υποκριτική μπορεί να είναι μια κοινωνία αλλά και πώς, πολλές φορές, ακόμα και όταν δεν μπορούμε να το αντιληφθούμε η ίδια μας η συμπεριφορά είναι βαθύτατα υποκριτική. Από το έργο δεν λείπει και η καυστική κριτική απέναντι σε κάθε είδους αυθεντία και εξουσία, οι οποίες συμπαρασύρουν πολλές φορές το παράλογο, καθώς στο όνομα της κοινής λογικής παραβιάζεται η κοινή λογική.
Η σύγχρονη εκδοχή του έργου, όπως σκηνοθετήθηκε και διασκευάστηκε από τον Αιμίλιο Χειλάκη και τον Μανώλη Δούνια, μιλά στον πυρήνα των διαχρονικών ζητημάτων που θίγονται στην παράσταση, ζητημάτων που αφορούν στον σύγχρονο άνθρωπο. Ορισμένες, μάλιστα, καινοτομίες, όπως η απαγγελία σε δεκαπεντασύλλαβο σε κάποια σημεία του έργου, δίνει μια πολύ ευχάριστη, σε ορισμένα σημεία ξεκαρδιστική, πτυχή του έργου, χωρίς όμως να λείπει η κριτική απέναντι στη γαλλική κοινωνία του 17ου αιώνα, αλλά και στην ελληνική κοινωνία του 21ου αιώνα.
Αναφορικά με την πλοκή του έργου, ο βασικός χαρακτήρας είναι ο Αργκάν, ένας αριστοκράτης-τσιγκούνης, ο οποίος έχει όλες τις ανέσεις στη ζωή του και φαινομενικά δεν του λείπει τίποτα! Είναι ένας παράξενος άνθρωπος με πολλές ανασφάλειες, τις οποίες εξωτερικεύει στους άλλους με επιθετικό και αγενή τρόπο. Απαιτεί από όλους να υπηρετούν τα δικά του θέλω. Αν και κάνει όλους τους άλλους γύρω του να υποφέρουν, πρώτο θύμα της συμπεριφοράς του είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Θεωρεί, συνεχώς, πως πάσχει από κάποια ανίατη ασθένεια, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχει καμία ασθένεια, τουλάχιστον όχι κάποια ασθένεια από αυτές που οι γιατροί που καλεί στο σπίτι του μπορούν να θεραπεύσουν. Έτσι, μάλιστα, δικαιολογείται και ο τίτλος του έργου.
Η βασική «ασθένεια» του Αργκάν, όμως, σχετίζεται με τον ψυχισμό και τις ανασφάλειές του. Ο λόγος που δημιουργεί συνεχώς μια κατάσταση φόβου για την υγεία του είναι, διότι επιδιώκει να τραβήξει την προσοχή όλων των ανθρώπων γύρω του, για να επιβεβαιώσει την αγάπη και το ενδιαφέρον τους προς το πρόσωπό του.
Τον Αργκάν πλαισιώνουν η οικονόμος του σπιτιού, Τουανέτ, η οποία νοιάζεται πραγματικά για τον Αργκάν παρά την κακή συμπεριφορά του απέναντί της. Καθώς επίσης και από την άπληστη και άπιστη σύζυγο του Αργκάν, η οποία έχει παράλληλη σχέση με τον γιατρό του, ονόματι Πυργκόν. Ο Πυργκόν είναι ένας κομπογιαννίτης γιατρός, ο οποίος εκμεταλλεύεται όλες τις φοβίες του «ασθενή», επιδιώκοντας να βγάλει περισσότερο κέρδος. Μάλιστα, συντηρεί μια κατάσταση, όπου κάνει τον Αργκάν να πιστεύει πως είναι πολύ σοβαρά άρρωστος με σκοπό να βγάζει όλο και περισσότερα χρήματα. Αυτή η συμπεριφορά ενισχύεται από τη στάση της συζύγου του Αργκάν, η οποία έχει έρθει σε συνεννόηση με τον εραστή της, για να πάρουν όλη την περιουσία του Αργκάν που δικαιωματικά θα έπρεπε να περάσει μετά τον θάνατό του στην κόρη του.
Παράλληλα, η κόρη του Αργκάν, αν και ερωτευμένη με τον Κλεάνθη, έναν νέο αριστοκράτη, δεν την αφήνει ο πατέρας της να έχει δική της βούληση και αποφασίζει ο ίδιος, χωρίς να λάβει υπόψιν τις επιθυμίες της κόρης του -αλλά λαμβάνοντας υπόψιν τις δικές του επιθυμίες- να την παντρέψει με έναν νέο γιατρό, για να του έρχονται δωρεάν οι θεραπείες, οι συνταγογραφήσεις και τα φάρμακα! Να ένας λόγος, για να δώσεις την κόρη σου σε κάποιον: Οι δωρεάν ιατρικές υπηρεσίες!
Μέσα σε όλο αυτόν τον παραλογισμό, όπου κάθε αξία έχει χάσει το πραγματικό της περιεχόμενο είτε αυτή αφορά στην πατρική και τη συζυγική αγάπη είτε ακόμα και την ιατρική αφοσίωση στον όρκο του Ιπποκράτη, έρχεται ως από μηχανής θεός ο αδερφός του Αργκάν, όπου μαζί με την Τουανέτ, καταστρώνουν ένα σχέδιο, όπου αποκαλύπτεται τόσο η ψεύτικη αγάπη της συζύγου του Αργκάν όσο και η εκμετάλλευση του γιατρού. Παράλληλα δίνουν λύση και στο ζήτημα με την κόρη του Αργκάν βοηθώντας την να ζήσει με τον Κλεάνθη, τον άνθρωπο που αγαπά, και όχι τον Θωμά που αποτελεί επιλογή του πατέρα της.
Προς το τέλος της παράστασης, σαν αρχαία τραγωδία, έρχεται η κάθαρσις και για τους χαρακτήρες, αλλά και για τους θεατές. Ο Αργκάν παρακινείται να γίνει ο ίδιος γιατρός, για να μπορεί να κάνει διάγνωση μόνος του στον εαυτό του, με άλλα λόγια από εκεί που ήταν έρμαιο του κάθε απατεώνα που προσποιούταν την αυθεντία, με την επιλογή που κάνει γίνεται κύριος του ίδιου του τού εαυτού. Παίρνει τη ζωή στα δικά του χέρια.
Το έργο, αν και ξεκαρδιστικό σε πολλές στιγμές του, κλείνει με μια εξαιρετική στιγμή με βαθιά νοήματα που αφορούν σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας. Διότι πρέπει να λέμε όχι σε κάθε τοξική σχέση, σε κάθε σχέση εξουσίας που έχει ως σκοπό την επιβολή εξουσίας και την καταπίεση. Γιατί πρέπει χωρίς φόβο να αρνούμαστε να μένουμε σε ένα εργασιακό περιβάλλον που δεν μας σέβονται… Γιατί πρέπει να συγκρουόμαστε με την οικογένειά μας, όταν αυτή θέλει να αποφασίζει για εμάς θεωρώντας μας δική της ιδιοκτησία… Γιατί οφείλουμε να μην ακούμε πάντα τις αυθεντίες και τις κάθε λογής εξουσίες, οι οποίες έχουν ως στόχο την καταδυνάστευση της ζωής μας… Διότι, στο τέλος της ημέρας, οφείλουμε να μην είμαστε άπληστοι, να μην θεωρούμε ως δεδομένο όλα τα όμορφα πράγματα που έχουμε στη ζωή μας και να ψάχνουμε πάντα κάτι αρνητικό, για να εστιάσουμε σε αυτό.
Δεν πρέπει να είμαστε άνθρωποι, όπου λόγος ύπαρξής μας είναι το να παραπονιόμαστε για ένα πρόβλημα που ακόμα και αν δεν υπάρχει πάντα πρέπει να το επινοούμε. Τέλος είναι σημαντικό να καταλάβουμε πως πάντα είναι όλα στο χέρι μας και πάντα μπορούμε να τα αλλάξουμε όλα διεκδικώντας τη ζωή που μας ταιριάζει καλύτερα έχοντας ως προτεραιότητα την αγάπη για τον εαυτό μας και τους ανθρώπους γύρω μας.
Επιμέλεια κειμένου: Βάσω Τσακάλου